Είναι µια χρυσή ψυχή σε ένα γοητευτικό πρόσωπο µε αδρά, αρρενωπά χαρακτηριστικά. Μπορεί στο «Ναυάγιο» να υποδύεται τον κακό, όµως είναι ένας βαθιά καλός άνθρωπος – νοιάζεται πολύ για όποιον έχει ανάγκη και εξανίσταται µε κάθε αδικία.

ΑΠΟ ΜΙΑ ΚΟΛΛΙΑ

ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ ΠΑΝΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ STYLING ΝΑΤΑΛΙΑ ΜΠΑΛΤΑ GROOMING ΚΕΡΑΣΙΑ ΚΟΥΗ

Aνατρέχω με το νου μου σε παλιότερες συνεντεύξεις μας, θυμάμαι άλλες συναντήσεις μας, με πρώτη πριν από είκοσι χρόνια. Ο Γιάννης Στάνκογλου δεν έχει αλλάξει στην ουσία της ποιότητάς του, έχει απλώς ωριμάσει, και πολύ όμορφα – όχι με αυτή την ωριμότητα του κλεισίματος ή του συντηρητισμού, αλλά με εκείνη της γλύκας και της κάπως παραπάνω σκέψης για τα πράγματα. Είναι μια σπάνια περίπτωση ευθύτητας και ευγένειας μαζί και, αν σε εκτιμά, δεν σου γυρίζει ποτέ την πλάτη. Χαίρομαι πάντα να τον φιλοξενώ με τις λέξεις μου και χαίρομαι ακόμα περισσότερο με την επιτυχία του. Τι ωραία να την απολαμβάνει όποιος την αξίζει!

H πορεία του, όπως μπορεί να φανταστεί κάποιος, είχε πολλούς σταθμούς, διαφορετικούς μεταξύ τους. Γεννήθηκε στον Περισσό, εκεί μεγάλωσε με πολύ ποδόσφαιρο και παιχνίδια στο δρόμο, με ποδήλατα και βόλτες. Εκεί γνώρισε την εφηβεία. Άρχισε να τριγυρνά στην Αθήνα στα 16 του, σε μπαρ και κλαμπ στα Πατήσια, στην Κυψέλη, στη Φωκίωνος Νέγρη – τότε που οι άνθρωποι χόρευαν ακόμη. Κάποια στιγμή στράφηκε στη δραματική σχολή επειδή άκουγε φίλους του να μιλούν με ενθουσιασμό για το τι έκαναν εκεί. Σαν μια ενδιαφέρουσα νέα περιπέτεια το είδε και επέλεξε τη σχολή του Γιώργου Κιμούλη. Μετά πήγε για δύο χρόνια στη Νέα Υόρκη μαζί με τη γυναίκα του για σεμινάρια στο HΒ Studio και για δουλειά: θέατρο στο Κέντρο Ελληνικού Πολιτισμού τον ένα χρόνο και ταβέρνα τον επόμενο. Στην επιστροφή, του έτυχαν ο μέγας Θεόδωρος Τερζόπουλος και η ομάδα Άττις – ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο, είδε θέατρο, ήρθε σε επαφή με ηθοποιούς και σκηνοθέτες άλλων χωρών. Μετά ήρθαν ο Μιχαήλ Μαρμαρινός, η Άντζελα Μπρούσκου και το «Festen», που είχε τεράστια επιτυχία. O Γιάννης Στάνκογλου έκανε τα πράγματα με τον τρόπο του, στο χρόνο τους ή μη, πάντως όχι βεβιασμένα και όχι απλώς για να γίνουν. Η τηλεόραση τον αγαπά, το κοινό τον θέλει, τα media μπορεί να του σπάσουν τα νεύρα και να τον βγάλουν εκτός εαυτού, αλλά ούτε το χαμόγελό του θα χαθεί ούτε η θετική του διάθεση απέναντι στους άλλους. Άλλωστε τα παιδιά του τον επανατοποθέτησαν απέναντι στη ζωή, όπως και κάθε νοήμονα άνθρωπο.

Όπως μου είχε πει κάποτε: «Το ουσιαστικό για μένα είναι να συνεχίσω να μην έχω απωθημένα, να είμαι ανοιχτός και γενναιόδωρος. Θέλω να μπορώ να μη ζηλεύω, να μην έχω πίσω σκέψεις και να παραμένω στην πορεία μου. Γι’ αυτό, στο σινεμά έχω κάνει και δεύτερο και τρίτο ρόλο – δεν έχω εμμονή να παίζω μόνο τον πρωταγωνιστή. Αυτό μάλιστα ψυχολογικά με έχει σώσει. Εξάλλου αυτή την ταπεινότητα την έμαθα ζώντας και δουλεύοντας στο εξωτερικό – κάτι πολύ σημαντικό. Εξίσου σημαντικό είναι για μένα το ότι δούλευα από 14 χρονών μαζί με τον πατέρα μου στην οικοδομή και ερχόμουν σε επαφή με ανθρώπους που περνούσαν δύσκολα. Θέλω να πω ότι έχω ένα καθαρό βλέμμα για το τι συμβαίνει γύρω μου».

Συναντηθήκαμε ξανά μία ημέρα τη Σαρακοστή για να μιλήσουμε και για τα ωραία των συναντήσεων: κρασιά, φαγητά, ποτά!

Τι συνηθίζετε να κάνετε κάθε χρόνο την άνοιξη και λίγο πριν από το Πάσχα;

Είναι κάτι που ξεκίνησε πριν από μερικά χρόνια και, από τότε, μαζευόμαστε οι Ψυρριώτες στην Πλατεία Κουμουνδούρου και κάνουμε μπάρμπεκιου. Εγώ ψήνω όλη μέρα, ο καθένας φέρνει κι από κάτι, έχουμε κρασιά και τσίπουρα και περνάμε πολύ ωραία.

Είστε γενικά ένας άντρας που μαγειρεύει;

Σαν τρελός! Μαγειρεύω τα πάντα, από γεμιστά μέχρι οτιδήποτε. Τώρα ήδη βράζω λίγο τα χταπόδια, προτού μπουν στη σχάρα για αύριο, γιατί έτσι γίνονται πιο μαλακά και νόστιμα. Έχω βάλει και κατσικάκι με πατάτες στο φούρνο για να φάμε με τα παιδιά σήμερα. Μου άρεσε πάντα η μαγειρική. Από τα 16-17 μου, όταν έμεινα μόνος μου, ήμουν ανεξάρτητος στο θέμα του φαγητού. Άρχισα να φτιάχνω μακαρονάδες με διάφορες σάλτσες και, σιγά σιγά, όλο και περισσότερα φαγητά. Ακόμα και στις πρώτες μου σχέσεις, εγώ ήμουν ο μάγειρας. Έχω παρασκευάσει συνταγές από διάφορες κουζίνες, από σούσι και ταϊλανδέζικο μέχρι παέγια. Το χειμώνα κάνω και παστουρμαδόπιτα. Είναι μάλιστα πολύ επιτυχημένη και μου τη ζητούν διάφοροι φίλοι μου. Μόνο γλυκά δεν φτιάχνω, δεν το έχω. Η μαγειρική είναι για μένα διαλογισμός, με ηρεμεί. Επίσης, από το να σηκώσω το τηλέφωνο και να παραγγείλω απέξω, προτιμώ να δω τι έχει το ψυγείο μου και να ετοιμάσω κάτι να φάω συνδυάζοντάς το με τα ανάλογα κρασιά ή spirits.

Και η σχέση σας με το κρασί ποια είναι; Σας αρέσει;

Ναι, μου αρέσει το κρασί. Μάλιστα μου αρέσουν πολύ τα κρασιά του Κυρ-Γιάννη –ακόμα και τα φτηνά του– και κάποια του Μπουτάρη. Πρέπει να πω ωστόσο ότι είμαι και λάτρης της τσικουδιάς και απολαμβάνω ένα καλό ουίσκι το βράδυ. Στη winery όπου βρισκόμαστε, το Line Athens, κάνουν το δικό τους κρασί. Ασχολούνται γενικά με τη ζύμωση βασιζόμενοι σε τρεις προϊοντικούς πυλώνες, που είναι το ψωμί, η μπίρα και το κρασί. Φτιάχνουν κρασί από άλλες ύλες αγροτικής προέλευσης, δηλαδή από άλλα φρούτα πέρα από το σταφύλι, όπως μήλο, φράουλα, σύκο και ρόδι. Τους αφορά η βιωσιμότητα, η οποία βέβαια ξεκινά από το πώς σκέφτεται κάποιος, πώς το χτίζει μέσα του και μετά το εξωτερικεύει. Δεν λένε wine αλλά why-in, δύο λέξεις που ακούγονται το ίδιο όταν τις προφέρεις. Ο λόγος για τον οποίο αφοσιώθηκαν τόσο είναι επειδή το σταφύλι, τα τελευταία χρόνια, με την κλιματική αλλαγή, δυσκολεύεται πάρα πολύ – είτε για να καρποφορήσει το φυτό είτε γιατί, για να φτάσει ως ποικιλία εκεί όπου θα έπρεπε, έχει χάσει από το γευστικό DNA του. Άλλος ένας λόγος είναι και η αυξανόμενη ζήτηση του κρασιού. Οπότε, σκέφτηκαν να βοηθήσουν το σταφύλι στρεφόμενοι σε ένα άλλο προϊόν, που όμως θα προσφέρει μια παρόμοια εμπειρία σε όσους απολαμβάνουν να πίνουν κρασί. Προσπαθούν μάλιστα να μοιραστούν αυτήν τη γνώση τους ώστε να λάβει ευρύτερη διάσταση και να υπάρξει μεγαλύτερη απήχηση.

Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα προσέγγιση ομολογουμένως. Πάμε μια βόλτα και αλλού; Έχετε αγαπημένα μέρη για διακοπές;

Αγαπημένο μου μέρος είναι το Πήλιο – όχι τόσο για καλοκαιρινές διακοπές, αλλά για χειμώνα και Πάσχα. Συνδυάζει θάλασσα και βουνό, είναι ένας απίστευτα ευλογημένος τόπος με πολύ καλό κλίμα. Έχω και κουμπάρους εκεί, έχω βαφτίσει ένα παιδάκι, και πηγαίνω πολύ συχνά. Ο κουμπάρος μου είναι ο Νώε του Πηλίου γιατί μένει σε ένα καΐκι που έχει εγκαταστήσει μέσα σε έναν ελαιώνα. Το έχει φτιάξει διώροφο, με τζάμια γύρω γύρω, και είναι καταπληκτικό. Άλλα μέρη που μου αρέσουν πολύ είναι η Κίμωλος, η Κρήτη και φυσικά η Σαμοθράκη, η οποία είναι δίπλα στον Έβρο, απ’ όπου κατάγομαι.

Στον τόπο σας πηγαίνετε;

Όποτε έχω χρόνο, ναι. Τελευταία φορά ήταν το περασμένο καλοκαίρι, όταν βρέθηκα εκεί με την περιοδεία. Σύντομα θα πάμε με τα παιδιά μου για να δούμε τους παππούδες. Περνάμε πολύ όμορφα εκεί, ενώ έχουμε και φίλους. Ο Έβρος έχει ένα στοιχείο εγκατάλειψης, κι αυτό είναι που με γοητεύει. Μέχρι τα 14-15 μου, πήγαινα τρεις μήνες το καλοκαίρι και έμενα με τη γιαγιά μου. Ένιωθα πλήρη ελευθερία εκείνους τους μήνες.

Τι γίνεται με το «Ναυάγιο», τη σειρά στην οποία παίζετε; Έχει σχολιαστεί πολύ ο τόσο κακός ρόλος που σας ανέθεσαν.

Απ’ ό,τι ακούω από τον κόσμο, γίνεται χαμός, το βλέπουν όλοι. Είναι μια πολύ καλή δουλειά από κάθε άποψη –σκηνοθετικά, σεναριακά και φωτογραφικά– και έχει ωραία πλοκή. Υποδύομαι τον Ιπποκράτη, ένα χαρακτήρα που είναι πράγματι πάρα πολύ κακός και δημιουργεί αντιφατικά συναισθήματα. Πολλοί μάλιστα μου γράφουν ή μου λένε στο δρόμο: «Λατρεύουμε να σε μισούμε!».

Φέτος δεν παίζετε στο θέατρο, έτσι δεν είναι;

Ναι, για πρώτη φορά ύστερα από είκοσι χρόνια, αλλά ήταν απόφασή μου. Ήθελα να ξεκουραστώ, να σκεφτώ, να διαβάσω και να δω τα παιδιά μου.

Την πεμπτουσία της ζωής…

Μου έμαθαν από την αρχή την ίδια τη ζωή. Τα παιδιά μεταθέτουν αυτόματα το κέντρο του κόσμου σου – δεν είσαι εσύ, αλλά εκείνα. Σε αναγκάζουν να κοιτάξεις βαθιά μέσα σου για απαντήσεις ώστε να μην τα φορτώσεις με όσα δεν τα αφορούν. Πρέπει να σκεφτείς τον τρόπο με τον οποίο τα μεγαλώνεις και πώς συμπεριφέρεσαι αφού εσύ είσαι πια το παράδειγμα. Να τα μάθεις να έχουν αυτοπεποίθηση και ταυτόχρονα να αναγνωρίζουν την ανάγκη γύρω τους και να προσφέρουν – και να νιώθουν ευτυχισμένα όταν προσφέρουν.

Τα περισσότερα παιδιά σήμερα περνούν πολύ χρόνο μπροστά σε μια οθόνη.

Τα παιδιά μου δεν έχουν αυτήν τη σχέση με τις οθόνες. Η κόρη μου, που είναι 15 χρονών, δεν έχει ούτε Instagram ούτε Facebook. Της έχουμε μιλήσει κι εγώ και η μητέρα της και, ευτυχώς, δεν νιώθει ακόμη την ανάγκη να το κάνει. Πηγαίνει σε μουσικό σχολείο και παίζει τσέλο από 5 χρονών, όπως επίσης ταμπουρά και πιάνο. Ασχολείται και με την υποκριτική, κάνει κάποια σεμινάρια με τη μητέρα της. Γενικά η κλίση της είναι καλλιτεχνική. Ο γιος μου είναι 10 χρονών και πηγαίνει σε πειραματικό σχολείο. Αγαπά πολύ το ποδόσφαιρο και είναι επίσης ένα καλό παιδί. Και η κόρη μου και ο γιος μου πάντα παίρνουν θέση ενάντια στη βία και στο bullying.

Την προσπαθείτε την ανθρωπιά πάντως.

Προσπαθώ να είμαι ο εαυτός μου. Πολλοί μού λένε ότι με γνωρίζουν τριάντα χρόνια και δεν έχω αλλάξει. Αυτό για μένα είναι πολύ σημαντικό να το ακούω. Μπορεί να δείχνω λίγο σκληρός γιατί δεν έχω μεγαλώσει εύκολα και έχω περάσει πολλά, με νοιάζει όμως το δίκιο.

Ποια είναι τα αγαπημένα σας μέρη στην Αθήνα;

Για φαγητό το Δίπορτο στην Πλατεία Θεάτρου, με τα ρεβίθια, τις φασολάδες και τα ψάρια του κυρ Μήτσου και του Ανέστη. Επίσης, ο Νικήτας στην Πλατεία Ψυρρή, με τις ωραιότερες τηγανητές πατάτες, τα Άργουρα στις Τζιτζιφιές, τα Κανάρια στο Μοσχάτο, ο Τάκης στον Ταύρο και το Καστέλλο. Πίνω συχνά καφέ στο Στυλ & Καφέ στου Ψυρρή, ενώ πηγαίνω και στο ταϊλανδέζικο Andaman και το Lime.

*Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στο Wine Guru.

SHARE THE STORY