Οι πρώτες ενοχλήσεις, τα μοιραία συμπτώματα και η διάγνωση-σοκ: Οι δραματικοί τελευταίοι μήνες της Αλίκης Βουγιουκλάκη 

Εκείνη την άνοιξη του 1996 κανείς δεν φανταζόταν ότι λιγότερο από τρεις μήνες μετά την σοκαριστική αποκάλυψη ότι πάσχει από καρκίνο, η Αλίκη Βουγιουκλάκη, απόλυτη αγαπημένη του ελληνικού κοινού, θα έφευγε από τη ζωή, αφήνοντας ένα ανεπούλωτο τραύμα στον κόσμο που την ακολουθούσε φανατικά.

ΑΠΟ ΜΙΧΑΛΗΣ ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ

Την άνοιξη του 1996, η Ελλάδα προσγειώθηκε απότομα όταν έγινε γνωστό με έκτακτα δελτία ειδήσεων στην τηλεόραση ότι η Αλίκη Βουγιουκλάκη είχε καρκίνο. Μέσα σε λίγους μήνες το ελληνικό κοινό έχασε την πιο μεγάλη του αγάπη και αναγκάστηκε να συμβιβαστεί οδυνηρά με το γεγονός πως όλα είναι φθαρτά, ακόμη και οι φαινομενικά άτρωτοι μύθοι. 

Οι πρώτες ενοχλήσεις είχαν αρχίσει τον χειμώνα του 95. Η Αλίκη Βουγιουκλάκη με τη μοναδική κράση, που δούλευε σκληρότερα και περισσότερο από όλους, ξαφνικά έδειχνε σημάδια πρωτόγνωρης εξάντλησης. Στην δεύτερη σεζόν  της «Μελωδίας της Ευτυχίας» η Μάρθα Βούρτση αναγκάζεται να της δίνει το χέρι προκειμένου να σηκωθεί από τη γονατιστή στάση της καλόγριας, κάτι που δεν συνέβαινε την προηγούμενη χρονιά. Από την αρχή της νέα χρονιάς, του 1996, παραπονιέται για κρίσεις που της ταράζουν τα πνευμόνια και σουβλιές στην κοιλιά.  

«Οι γιατροί βρήκαν τη βίδα μου λίγο κουνημένη και πρέπει να μου την ξαναβιδώσουν» λέει με δακρυσμένα μάτια στο κοινό της τελευταίας παράστασης, «και μετά θα ξαναγυρίσω κοντά σας».

«Πιάσε με να δεις, έχω δέκατα;» ρωτά τον κομμωτή της στα γυρίσματα του show της Ρούλας Κορομηλά τον Μάρτιο. Καταπραΰνει τα περίεργα συμπτώματα με αντιβίωση για βρογχίτιδα. Παρ όλη την κατάπτωση της όμως εξακολουθεί το πρόγραμμα της κανονικά. Διπλές παραστάσεις το Σαββατοκύριακό στο θέατρο. Χειραψία και αγκαλιά με όλους τους θαυμαστές που την περιμένουν πιστά έξω από το καμαρίνι. Τηλεοπτικές εμφανίσεις…Υπογράφει για εκατοντάδες μικρούς στον «Ελευθερουδάκη», τα παιδικά βιβλία που είχε πρόσφατα γράψει, ενώ ψήνεται στον πυρετό. 

«Έβλεπα την Αλίκη» διηγήθηκε η Νόρα Βαλσάμη στη Φρίντα Μπιούμπι για το περιοδικό Mirror «να μην μπορεί να πάρει τα πόδια της μετά την παράσταση. Κι όμως ήθελε σαν από αντίδραση, ίσως, να βγούμε για φαγητό. Της έλεγα «πήγαινε σπίτι, Τι θέλεις τώρα να πάμε να φάμε και είναι μία η ώρα! Έχεις και διπλές παραστάσεις αύριο» Δεν με άκουγε…» Στο τέλος του μήνα έφυγε για τη Θεσσαλονίκη για να παρουσιάσει εκεί τη «Μελωδία της Ευτυχίας». Η επιτυχία του έργου μεγάλη, η Αλίκη όμως δεν είχε κουράγιο πια να αφήσει τη σουίτα της στο «Μακεδονία».  

Στιγμές συγκίνησης μετά την τελευταία παράσταση της “Μελωδίας της Ευτυχίας” στην Θεσσαλονίκη, στις 28 Απριλίου του 1996, με τα παιδιά του θιάσου και τον Λάκη Λαζόπουλο.

Το χρώμα της δεν είναι καλό, οι πόνοι στο στομάχι δεν λένε να περάσουν και μια κρίση βρογχίτιδας την ανησυχεί τόσο ώστε να κάνει εξετάσεις στο διαγνωστικό κέντρο της Express Service στη Θεσσαλονίκη «Εκεί μαθαίνουμε ότι κάποιο πρόβλημα υπάρχει στο συκώτι» διηγήθηκε ο Κώστας Σπυρόπουλος στο περιοδικό Status «Δεν ήθελε να διακόψει τις παραστάσεις και πήγε μέχρι την Κυριακή. Ήμουν στο παρασκήνιο-στην τελευταία- παράσταση και κάποια στιγμή σε ένα τραγούδι που λέει «Τώρα που φεύγω», γύρισε με κοίταξε στην κουΐντα και δάκρυσε» Δεν άντεξα.» 

«Οι γιατροί βρήκαν τη βίδα μου λίγο κουνημένη και πρέπει να μου την ξαναβιδώσουν» λέει με δακρυσμένα μάτια στο κοινό της τελευταίας παράστασης «και μετά θα ξαναγυρίσω κοντά σας». «Όταν τελείωσε η παράσταση τη φίλησα και της είπα «και του χρόνου» Με κοίταξε στα μάτια και γέλασε.»  

«Όταν μου είπαν για το συκώτι, είπα από μέσα μου έχετε γεια βρυσούλες» λέει γελώντας επιστρέφοντας από το Μόναχο. Η γενναιότητα απέναντι στην φοβερή ασθένεια, μεγάλη.

Επιστρέφουν στην Αθήνα και αμέσως επισκέπτονται το Γενικό Κρατικό για αξονική τομογραφία. «Άντε βρε παιδιά φουρνίστε με, τι να γίνει» λέει μπροστά στο μηχάνημα που της φαίνεται σαν φούρνος. «Με πήρε ο ύπνος, ονειρεύτηκα την Λαμπέτη και τη Τζένη» λέει στους δικούς της βγαίνοντας από τον τομογράφο, ίσως για να τους ψαρέψει… 

Τα νέα που έχουν οι γιατροί είναι τραγικά. Αν και τίποτα στην όψη της δεν το προδίδει, η Αλίκη έχει προχωρημένο καρκίνο στο πάγκρεας και το συκώτι. «Πήγαμε στον Πουλατζά, είδε τις εξετάσεις τις και μετά όταν έμεινα μόνος μου μου είπε ότι έχει δύο με τέσσερις μήνες ζωή… Μετά άρχισε η Γερμανία, το Μόναχο και οι εξετάσεις. Πάρα πολύ επώδυνες εξετάσεις. Στην Γερμανία μου λέει με το χιούμορ που πάντα είχε «Εάν είναι να έχω τέτοιες δοκιμασίες, πες στους Γερμανούς να μου ρίξουν το αέριο να τελειώνουμε» 

Εν τω μεταξύ ο Τύπος στην Αθήνα έχει ειδοποιηθεί για την κατάσταση. «Κάτι σοβαρό με την Αλίκη» γράφουν οι εφημερίδες στις πρώτες τους σελίδες, κι όταν τα άσχημα νέα γίνονται πιο ξεκάθαρα την ενθαρρύνουν. «Είναι παλικάρι, θα τα καταφέρει» γράφουν. «Όταν μου είπαν για το συκώτι, είπα από μέσα μου έχετε γεια βρυσούλες» λέει γελώντας επιστρέφοντας από το Μόναχο. Η γενναιότητα απέναντι στην φοβερή ασθένεια, μεγάλη.  

Στην Αλίκη δεν είχαν πει πόσο σοβαρή είναι η κατάσταση της. «Όταν ξέρεις ότι ο άνθρωπος σου θα φύγει σε δύο μήνες και πρέπει μπροστά του να υποκρίνεσαι ότι όλα είναι καλά και από πίσω να χτυπάς το κεφάλι σου, νομίζω ότι είναι οι πιο δύσκολος ρόλος. Είναι ο ρόλος που έτυχε σε μένα» θα έλεγε ο Γιάννης Παπαμιχαήλ στον Νίκο Φρονιμόπουλο σε συνέντευξή του στο περιοδικό Life&Style. 

Μόλις συνήλθε από τη νάρκωση ήταν στο δωμάτιο ο γιατρός. Του λέει «Μου δίνεις ένα χρόνο ζωής;» Ο γιατρός τά χασε, του έπεσε ο φάκελος με τις εξετάσεις της από την ταραχή «Καλά, άστο» του λέει εκείνη… 

«Ήξερε ότι είναι κάποιοι όγκοι σε στάδιο μετάλλαξης, οριακοί.» έλεγε ο Κώστας Σπυρόπουλος «Βέβαια επειδή μπορούσε να διαβάσει και το πίσω μέρος του μυαλού σου, πιστεύω ότι ήξερε. Έκανε ότι δεν ήξερε για να μην φέρνει εμάς σε δύσκολη θέση. Στα μέσα Μαΐου πήγαμε στην Αμερική. Μείναμε μόνο τρεις μέρες, γιατί μετά τις εξετάσεις μας έστειλαν πίσω άρον άρον. Μας είπαν ότι σε 4-5 μέρες θα πέσει σε ηπατικό κώμα και πρέπει να φύγει το γρηγορότερο. Μόλις συνήλθε από τη νάρκωση ήταν στο δωμάτιο ο γιατρός. Του λέει «Μου δίνεις ένα χρόνο ζωής;» Ο γιατρός τά χασε, του έπεσε ο φάκελος με τις εξετάσεις της από την ταραχή «Καλά, άστο» του λέει εκείνη… 

Με την μητέρα της, Έμμυ, τα αδέλφια της Γιάννη και Αντώνη και τον γιο της Γιάννη πριν την αναχώρηση για την Βοστώνη. Τίποτα στην όψη της Αλίκης Βουγιουκλάκη δεν πρόδιδε την βαρύτητα της κατάστασής της.

Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, οι κάμερες την συλλαμβάνουν να βγαίνει κουρασμένη, προς την έξοδο του v.i.p. Εκείνη μόλις αντιλαμβάνεται την παρουσία του φακού ορθώνεται και χαμογελά. «Από εδώ και μπρος θα σας ζητούσα να με αφήνατε να έχω εγώ την πρωτοβουλία για την ενημέρωση σας στο θέμα της υγείας μου.» λέει «Σας ευχαριστώ για το ενδιαφέρον σας και σας ζητώ να προσεύχεστε για μένα». Στις 21 Μαΐου μπαίνει στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών. Η εισαγωγή της γίνεται με το όνομα Λίζα Παπασταύρου. Την έχουν πείσει οι γιατροί της ότι η θεραπεία της προς το παρόν μπορούσε να γίνει μόνο εκεί. Έπρεπε να κάνει κούρα, της είχαν πει, αγωγή. 

Στη σουίτα του 9ου ορόφου της κρατούσαν συντροφιά ο Σπυρόπουλος, ο αδελφός της Τάκης, η Νόρα, η Νότα, η Αλέκα Ζωγράφου. Τις καλές ημέρες έπαιζαν μπιρίμπα. Οι δύο μήνες που πέρασε η Αλίκη στο Ιατρικό Κέντρο είχαν ποιότητα ζωής. Η κατάσταση της ήταν τόσο προχωρημένη ώστε δεν υπήρχε νόημα επιθετικής αντιμετώπισης του καρκίνου.   

Οι παρεμβάσεις των γιατρών είχαν ανακουφιστικό χαρακτήρα. Έτσι σε όλη της τη νοσηλεία η Αλίκη δεν υπέφερε, δεν χρειάστηκε να πάρει καν το παραμικρό παυσίπονο. Μόνο οι δυνάμεις της την εγκατέλειπαν μέρα με τη μέρα. «Στο Ιατρικό περνούσε καλά» είπε στην Φρίντα Μιούμπι ο αδελφός της Τάκης «όσο καλά μπορούσε να περνά ένας βαριά άρρωστος. Ήταν πολύ ευχαριστημένη από τη φροντίδα όλων εκεί και αισθανόταν άνετα. Το ευτύχημα είναι ότι ο πρωτογενής καρκίνος βρισκόταν στην κεφαλή του παγκρέατος. Αν ήταν στην ουρά, μου είπαν οι γιατροί ο καρκίνος θα έκανε ραγδαία μετάσταση στα οστά και τότε οι πόνοι θα ήταν αφόρητοι».

Ενάντια στις προβλέψεις των γιατρών όμως η Αλίκη κρατούσε ακόμη δυνάμεις. Στις αρχές του δεύτερου μήνα της παραμονής της στο νοσοκομείο, είχε και σημαντική βελτίωση. Τότε έγινε γνωστό ότι υπήρχε και ένα φάρμακο στην Αμερική σε πειραματικό στάδιο. Ήταν όμως αργά για να την βοηθήσει.  

Η ίδια πάντως πρέπει να πίστευε ότι θα γλιτώσει, ή τουλάχιστον υπολόγιζε ότι θα είχε ένα δύο χρόνια, όπως είχε συμβεί με την Καρέζη. Ο Νίκος Φώσκολος όμως το είχε θέσει πολύ σωστά «Ήταν σαν να την χτύπησε σφαίρα. Στην Μελίνα, στην Λαμπέτη, στην Καρέζη δόθηκε η ευκαιρία να πολεμήσουν την ασθένεια. Στην Αλίκη όχι.» «Άντε Βασίλη θα την καβαλήσουμε την μάντρα» είχε πει παρόλαυτά τον Ιούνιο στον θεατρικό της επιχειρηματία Βασίλη Πλατάκη. Είχε ποζάρει με το γιο της Γιάννη στην σουίτα του Ιατρικού. Πίστευε ότι θα τα καταφέρει. Στις φωτογραφίες είναι αμακιγιάριστη, ωχρή, δείχνει κουρασμένη. Είναι όμως πάντα η Αλίκη που ξέρουμε, χαμογελά  δίπλα στον Γιάννη: «Το μισό πρόσωπο της μητέρας μου είναι χαρούμενο, το άλλο μισό θλιμμένο». Είναι οι τελευταίες φωτογραφίες που θα βγάλει. Κοκέτα πάντα, είχε δίπλα της τον κομμωτή της Μιχάλη. Ήθελε να είναι όμορφη μέχρι τέλους. Και ήταν, με μόνη εξαίρεση το χρώμα της που είχε σκουρύνει τις τελευταίες μέρες πριν το τέλος…. 

Όταν δέχεται επισκέψεις, ντύνεται και βάφεται . Η Δήμητρα Λιάνη, η Λιάννα Κανέλη, ο Μίκης Θεοδωράκης, αλλά και η μικρή Μελίνα από τα παιδιά της «Μελωδίας» το αγαπημένο της «φρατζολάκι», την επισκέπτονται. Ο Παπαμιχαήλ δεν θα μπορέσει να την δει. Η άτυχη συγκυρία έφερε μια συνέντευξη του, στην οποία την κατηγορούσε, να προβληθεί την ημέρα που έγινε γνωστή η ασθένεια της. Η Αλίκη θα αρνιόταν να τον δεχτεί μέχρι τέλους. Μόνο τις τελευταίες μέρες, όταν ήταν πλέον σε κώμα, μπόρεσε να πλησιάσει τα πόδια του κρεβατιού και να της ψιθυρίσει συντετριμμένος «Πίπη, πάμε ρε συ να φύγουμε από εδώ…» 

Όταν την ημέρα του θανάτου του Ανδρέα Παπανδρέου κυκλοφορεί μία φήμη ότι η Αλίκη πέθανε, είναι απαρηγόρητη. Με το να κάνει γραπτή δήλωση για τον θάνατο του μεγάλου ηγέτη που μοιράζεται σε όλα τα Μέσα βάζει τα πράγματα στη θέση τους.  Η Αλίκη τηλεφωνεί στην κυρία Θεώνη την μητέρα της Τζένης. «Πήρα να σας ζητήσω να προσευχηθείτε για μένα και να σας ρωτήσω τι θέλετε να πω στην κόρη σας εκεί που θα πάω. «Να αφήσεις την κόρη μου ήσυχη και εσύ δεν έχεις να πας πουθενά» της απαντά.  

Η αντίστροφη μέτρηση όμως πλησιάζει στο τέλος της. Με την είσοδο του Ιουλίου η ύστατη αναλαμπή δίνει τη θέση της σε μία καλπάζουσα κατάπτωση. Τα αγαπημένα της πρόσωπα δεν μπορούν να αντλήσουν πια κουράγιο από την Αλίκη.  Η έννοια της για το θέατρο της φεύγει, όταν της υπόσχεται ο Λάκης Λαζόπουλος να το φροντίσει. Η μόνη της επιθυμία, να πάει στον αγαπημένο της Θεολόγο «Θα προλάβουμε;» ρωτάει τον Σπυρόπουλο. Ήθελε να γιορτάσει εκεί τα γενέθλια της στις 20 Ιουλίου. Οι γιατροί είχαν πει ότι η ζωή της δεν θα συνέχιζε μετά την 19η Ιουλίου, οι τελευταίες δυνάμεις της Αλίκης την κράτησαν μέχρι την μέρα των γενεθλίων της και δύο μέρες μετά. Τα τελευταία αυτά εικοσιτετράωρα είχε βυθιστεί σε ένα λήθαργο, διατηρούσε όμως επαφή με την πραγματικότητα.  

« Είχε πάντα ένα παράπονο,» είχε πει ο Γιάννης για τις τελευταίες τους συζητήσεις,  «έλεγε ότι δεν ήμουν αρκετά ανοιχτός και δεν της έδειχνα πόσο την αγαπούσα. Της εξήγησα ότι δεν ήταν έτσι, πως ήμουν γενικά κλειστός αλλά δεν σήμαινε ότι δεν την αγαπούσα όσο νόμιζε. Είπα ορισμένα πράγματα και ηρέμησα λίγο με τον εαυτό μου… Λίγες μέρες πριν πέσει σε κώμα μου είπε μια φράση που με σόκαρε» θα διηγείτο ο γιος της «Μου είπε, εγώ πρέπει να ξεκουραστώ και εσύ θα τα καταφέρεις…». «Ένα πρωί» θυμάται ο Κώστας Σπυρόπουλος «στις έξι το χάραμα μου λέει «Κωστάκη δεν φοβάμαι, Είναι καλά εκεί…»«Αυτή την επαφή να τη νιώθεις πάντα λέει στον αδελφό της Τάκη σφίγγοντας το χέρι του.-«Το γιο μου και τα μάτια σου μανούλα μου» στην συντετριμμένη κυρία Έμμυ. 

 Έχει πέσει πια σε κώμα, η καρδιά της όμως ακόμη κρατά. Τρεις μέρες, η καρδιά της Αλίκης θα πολεμήσει αρνούμενη να παραδώσει τα όπλα στην τελευταία, μάταιη μάχη, που θα χαθεί οριστικά με την τελευταία της πνοή το πρωινό της Δευτέρας 23 Ιουλίου 1996. «Στο δωμάτιο δεν ακουγόταν πια παρά ο ρόγχος της. Πέρασε μία ώρα έτσι» διηγήθηκε στην Φρίντα Μπιούμπι ο Τάκης Βουγιουκλάκης. «Και τότε ένιωσα το τέλος να έρχεται. Άκουσα την ανάσα της να γίνεται πιο αργή και πιο ανάλαφρη. Κατάλαβα. Την πήρα στην αγκαλιά μου. Της ψιθύρισα «καληνύχτα Άγγελε μου» Στην τρίτη από τις επόμενες ανάσες έσβησε…» 

Λες να μου κάνουν κι εμένα τέτοια κηδεία σαν την Περόν; Ή να κλέψουνε το σώμα μου; Μόνο που εμένα θα το κάνουν για να ψάξουν αν έχω σημάδια από τις πλαστικές». 

Έξω από το Ιατρικό Κέντρο το πλήθος που είναι συγκεντρωμένο και όλες αυτές τις μέρες προσευχόταν και άναβε κεριά για την Αλίκη, ξεσπάει σε θρήνο. Έξω από το θέατρο της μαζεύεται αμέσως κόσμος. Φιλούν τις φωτογραφίες στην είσοδο. Στο λαϊκό προσκύνημα στο παρεκκλήσι της μητρόπολης ο κόσμος σχηματίζει ουρά ακόμη και μέσα στα βαθιά χαράματα. «Όλη η χώρα συνάχτηκε εδώ και θρηνεί μία θεατρίνα» τραγουδούσε ο Τσέ  στην «Εβίτα» «Πω πω κηδειάρα που της έκαναν!» έλεγε η Αλίκη στις πρόβες του έργου στην Μαλβίνα Κάραλη. «Ξέρεις πόσοι ποδοπατήθηκαν; Λες να μου κάνουν κι εμένα τέτοια κηδεία σαν την Περόν; Ή να κλέψουνε το σώμα μου; Μόνο που εμένα θα το κάνουν για να ψάξουν αν έχω σημάδια από τις πλαστικές». 

Την τελευταία της στιγμή πράγματι την έκλεψαν οι κάμερες που όρμηξαν πάνω από το ανοιχτό της φέρετρο για να αποκαλύψουν τα έντονα κόκκινα χείλια, τις σκιές και τα απλωμένα ανάστατα ξανθά μαλλιά ανάμεσα στα τριαντάφυλλα και τις δαντέλες. Εκείνη η τελευταία εικόνα, που τόσο σόκαρε ίσως γιατί κανείς δεν περίμενε ποτέ να δει το πρόσωπο του θανάτου πάνω στο δικό της, ήταν παρ όλα αυτά η εικόνα ενός νέου κοριτσιού, κι ας μην έμοιαζε στην Αλίκη που γνωρίζαμε… 

Κάποτε έλεγε ότι ο μεγαλύτερος της φόβος ήταν μήπως πεθάνει σε βαθύτατο γήρας και ο θάνατος της γίνει μονόστηλο. Άδικοι φόβοι. Την Αλίκη την έκλαψαν τελικά όλοι, ακόμη και οι πιο φανατικοί της εχθροί έστω και από τύψεις που δεν αναγνώρισαν την προσφορά του χαμόγελου της στην ζωή τους. Την αποχαιρέτησαν με πρωτοσέλιδα, σκηνές υστερίας, κλάματα μπροστά στον τηλεοπτικό φακό και λαϊκό παραλήρημα διάρκειας ημερών. Μαζί της τέλειωσε η εποχή της αθωότητας, έγραψαν. Ξαφνικά εκείνο το καλοκαίρι, όλα έγιναν τρωτά και πιθανά. Αν μπορούσε να πεθάνει η Αλίκη Βουγιουκλάκη που είχε το χρόνο και όλη τη ζωή με το μέρος της, τότε όλα μπορούσαν να συμβούν… 

SHARE THE STORY