Δημοσιότητα τύπου «Παμ και κάτω»

Ποτέ άλλοτε στην ανθρώπινη ιστορία η φήμη δεν έτρεχε πιο γρήγορα από την ψηφιακή σκιά της –από το scroll down στο talk show ένα ανοιγοκλείσιμο του ματιού δρόμος.

ΑΠΟ ΕΦΗ ΑΛΕΒΙΖΟΥ

Ήταν πριν δύο μήνες, περίπου, όταν η τυχαία φράση των τριών λέξεων, την οποία άπαντες χρησιμοποιούμε καθημερινά, «είναι για σένα», θα συνδεόταν μια για πάντα στο εγχώριο συλλογικό ασυνείδητο με την vital ατάκα «Σκορπιός είναι για σένα. Παμ!».

Ξεκίνησε από ένα βίντεο στο TikTok και έφτασε να καλύψει άρθρα γνώμης, επιτόπια ρεπορτάζ, απογευματινά magazino και βραδινά talk show. Η Μαρίνα Μπομπέτσι εμφανιζόταν να διαφημίζει το νυχτερινό κέντρο Σκορπιός, στην Καλλιθέα, δείχνοντας «κάποια από τα ποτά και τις φίλες μας» -μια ακόμα χαρακτηριστική φράση που έπαιξε στο repeat μέσα από τα βίντεο παραλλαγής και διακωμώδησης του αρχικού. Σίγουρα η ξενική προφορά της Μαρίνας έπαιξε τον ρόλο της στην εξάπλωση της είδησης –όσο κι αν θέλουμε να πιστεύουμε ότι έχουμε ξεφορτωθεί τα ρατσιστικά ζιζάνια, αυτά βρίσκουν τρόπο και παρεισφρέουν ακόμα και μέσα από τα φαινομενικά αθώα καλαμπούρια.

Στη συνέχεια ήταν αυτό το «παμ!», αυτή η προτροπή στο τέλος της φράσης- τσίχλας, το οποίο δεν ήταν ακριβώς «μπαμ!» αλλά σίγουρα έκανε τον ίδιο κρότο. Το έλλειμμα ενός γράμματος λειτούργησε σαν φεστιβαλικό πλεόνασμα.

Αυτό το «παμ!», αυτή η προτροπή στο τέλος της φράσης- τσίχλας, δεν ήταν ακριβώς «μπαμ!» αλλά σίγουρα έκανε τον ίδιο κρότο.

Η συνέχεια, πάνω-κάτω, γνωστή. Ακολούθησε ένα βίντεο της Μαρίας Ιορδάνοβα, της ιδιοκτήτριας του Σκορπιού, η οποία φρόντισε να ξεκαθαρίσει τους τίτλους της ιεραρχίας, ενώ έδινε συμβουλές για την αποφυγή της «μπόμπας» στα ποτά, συνεχίζοντας να προβάλει τις «φίλες» που εργάζονται στο νυχτερινό κέντρο. Κάπου εκεί, έγινε κατά πως φαίνεται μια παρεξήγηση και τα νέα για την viral Μαρίνα ήταν άσχημα –αλλά το ίδιο ιογενή. «Έχασε τη δουλειά της» έγραψαν τα σάιτ για να τιναχθεί ο αλγόριθμος στον αέρα και η Μαρίνα να βρεθεί ξανά στο επαγγελματικό πόστο της, την επομένη. Ούτε γάτα, ούτε ζημιά.

Με αυτά και με αυτά, μαζί με τις ανακοινώσεις των πολιτικών κομμάτων των υποψηφίων στις Ευρωεκλογές, τον πληθωρισμό να αράζει στο 3% και τον καιρό να υπενθυμίζει την κλιματική κρίση με κάθε ευκαιρία και με τόνους αφρικανικής σκόνης, η Μαρίνα και η Μαρία έγιναν διάσημες. Τόσο διάσημες όσο ακριβώς είχε προβλέψει ο Άντι Γουόρχολ.

Πιο ξακουστές, αναμφισβήτητα, από το «Κρασάκι του Τσου» και από το «είμαστε πλασμένοι ο ένας για τον άλλον, τέλος!», δύο περιπτώσεις υψηλής βαϊραλοσύνης του παρελθόντος. To «παμ!» εκτοξεύτηκε πέρα από την προφανή δύναμη του δυαδικού, ψηφιακού θεού κυρίως γιατί κουβαλούσε και την ενοχή της αντι-woke κουλτούρας, την αποσιώπηση του φρασεολογίου της πολιτικής ορθότητας. Η λέξη που αιωρούνταν πάνω από την ταχύτητα της είδησης δεν ειπώθηκε, τελικά, ποτέ.

Ταυτόχρονα, ποτέ άλλοτε στην ανθρώπινη ιστορία η φήμη δεν έτρεξε πιο γρήγορα από την ψηφιακή σκιά της –από το scroll down στο talk show ένα ανοιγοκλείσιμο του ματιού δρόμος.

To «παμ!» εκτοξεύτηκε πέρα από την προφανή δύναμη του δυαδικού, ψηφιακού θεού κυρίως γιατί κουβαλούσε και την ενοχή της αντι-woke κουλτούρας, την αποσιώπηση του φρασεολογίου της πολιτικής ορθότητας. Η λέξη που αιωρούνταν πάνω από την ταχύτητα της είδησης δεν ειπώθηκε, τελικά, ποτέ.

Άλλωστε, από το ξεκίνημά του στις αρχές της δεκαετίας του 1950, η συνταγή του talk show υπήρξε ένα από τα πιο ευέλικτα και ανθεκτικά τηλεοπτικά σχήματα, τροφοδοτώντας την επικαιρότητα και τρεφόμενη από αυτήν.

Η απόλυτη επιβεβαίωση της διασημότητας κάποιου είναι η πρόσκλησή του στη θέση του συνεντευξιαζόμενου σε ένα βραδινό talk show.

«Είτε επρόκειτο για το εκλεπτυσμένο πνεύμα του Dick Cavett, τη μαγνητική ενσυναίσθηση της Oprah Winfrey, την καινοτόμο κωμωδία του David Letterman ή την αιχμηρή πολιτική σάτιρα του Jon Stewart, το talk show συνέχισε να προσφέρει στους τηλεθεατές ένα ζωντανό μείγμα ψυχαγωγίας, πληροφοριών και συναρπαστικών συζητήσεων» γράφει το περιοδικό Smithsonian αφήνοντας μεγάλο περιθώριο στον ορισμό της λέξης «συναρπαστικών», στις μέρες μας. Και κυρίως στις νύχτες μας.

SHARE THE STORY