Δώρα Αναγνωστοπούλου: «Όταν συναναστρέφεσαι ανθρώπους που έχουν πονέσει, πραγματικά, μόνο δύναμη παίρνεις από εκείνους»

Η γνωστή δημοσιογράφος, ξεδιπλώνει την προσωπικότητά της στο vita.gr και τη Μικαέλα Θεοφίλου.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ ΠΑΝΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΠΑΡΗ ΑΚΡΙΤΙΔΗ ΜΑΚΙΓΙΑΖ- ΜΑΛΛΙΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΜΙΧΟΠΑΝΟΥ

Η Δώρα Αναγνωστοπούλου είναι ένα… πολύτιμο δώρο για τη δημοσιογραφία, για τους συνεργάτες της αλλά και τους ανθρώπους που τη γνωρίζουν.

Με διπλό ρόλο, ως newscaster στο μεσημεριανό δελτίο του Mega αλλά και παρουσιάστρια της δικής της εκπομπής «Mega stories», μίλησε στο vita.gr για την αγάπη της για το επάγγελμά της, την τηλεόραση, τον προσωπικό της χρόνο, τη μητρότητα και πώς αντιμετωπίζει τα χρόνια που περνούν, τον χώρο της και την αναγνωρισιμότητα.

Τέταρτη σεζόν «Mega stories», 60 επεισόδια. Τι σου αρέσει σε αυτή την εκποµπή;

Απολογιστικά να σου πω ότι, επειδή δεν είχα βγει ποτέ εκτός στούντιο, δεν έχω φάει τα παπούτσια μου στο πεζοδρόμιο, από μόνη της η κάθε εκπομπή ήταν μια πολύ σημαντική εμπειρία για μένα, το να συναναστραφώ, δηλαδή, με ανθρώπους και να προσπαθώ να μπω στις ζωές τους, στις ιστορίες τους, στη θέση τους, και να τους ακούσω. Αυτό είναι κάτι που εγώ έτσι και αλλιώς το κάνω στη ζωή μου: Μου αρέσει να ακούω, να προσπαθώ να καταλάβω τι οδηγεί τους ανθρώπους σε συγκεκριμένες αποφάσεις ή στη στάση που κρατούν σε κάποια πράγματα. Αυτή ήταν η μεγάλη γοητεία.

Ποιες ιστορίες του «Mega stories» ξεχωρίζεις και γιατί;

Από όλες τις εκπομπές κάτι παίρνουμε. Όλες οι εκπομπές κάτι άφησαν. Ποια να πρωτοθυμηθώ; Είχαμε κάνει μια εκπομπή για την αναπηρία και μια κοπέλα που είχαμε μιλήσει μου είχε πει: «Χόρεψα για πρώτη φορά. Στάθηκα όρθια και κατάφερα να χορέψω. Και όταν με είδε η μητέρα μου να χορεύω, το πρόσωπό της ήταν σαν ένα γυαλί που έσπασε, γιατί δεν μπορούσε να δει τη δική μου χαρά και έβλεπε μόνο ότι εγώ δεν μπορώ να γίνω μπαλαρίνα». Ή στην εκπομπή για την ανακουφιστική φροντίδα, όπου οι γονείς ένιωθαν ότι το παιδί τους σβήνει, αφού πλέον οι γιατροί δεν μπορούν να κάνουν τίποτα, ήταν συγκλονιστικό πώς οι νοσηλευτές και οι γονείς προσπαθούσαν με φοβερό κόπο και πόνο καθημερινό να δώσουν σε αυτό το παιδί ανάσες ώστε να κοιμάται καλά το βράδυ, για να τους δίνει ένα χαμόγελο ακόμα. Και αυτό το πράγμα τούς αλλάζει όλη την καθημερινότητα, όλο το σύμπαν τους.

Ξεχωρίζω επίσης την ιστορία του Ζακ Κωστόπουλου, όταν είχαμε μιλήσει με τη μητέρα του και μας έλεγε ότι μιλούσε για τον δικό της Ζαχαρία και για το πώς το βιώνει μια μητέρα που βλέπει συνέχεια, λούπα στην τηλεόραση, τη δολοφονία του γιου της, αλλά και την ιστορία του Αντώνη Καρυώτη –μια περίπτωση που με σόκαρε– τώρα, που δεν συζητείται πλέον πάρα πολύ. Αυτή είναι η δυστυχία ενός θέματος επικαιρότητας, ο κόσμος ξεχνάει εύκολα.

Αυτές τις δύσκολες ιστορίες που ερευνάς πώς τις «µεταβολίζεις» συναισθηµατικά, πώς τις φιλτράρεις µέσα σου;

Όταν συναναστρέφεσαι ανθρώπους που έχουν πονέσει, πραγματικά, μόνο δύναμη παίρνεις από εκείνους. Παίρνω μαθήματα. Σίγουρα υπάρχει απογοήτευση για την κοινωνία, για τους χειρισμούς της πολιτείας σε κάποια θέματα, για τη δικαιοσύνη, όμως, η ουσία είναι ότι οι άνθρωποι αυτοί αντιμετωπίζουν με πάρα πολλή δύναμη τα όσα τους συμβαίνουν.

Εσύ, ως δηµοσιογράφος, σ’ έναν χώρο πραγµατικά αδηφάγο, όπως αυτός της δηµοσιογραφίας, αλλά και ως ένα καλό παιδί, πώς επιβιώνεις, πώς ξεχωρίζεις;

Μου αρέσει να μου λένε ότι είμαι καλό παιδί. Το χαίρομαι πραγματικά. Γιατί θεωρώ ότι δεν πρέπει να είναι παράξενο να υπάρχουν καλά παιδιά σε αυτόν τον χώρο, όπως και σε οποιονδήποτε άλλο, αλλά πόσο μάλλον σε έναν χώρο ανταγωνιστικό, όπως αυτός της τηλεόρασης. Βέβαια, από την άλλη, θα σου πω ότι κάποτε με ενδιέφερε πολύ η αγάπη των άλλων, η γνώμη τους, η αποδοχή. Τώρα δεν με απασχολεί τόσο πολύ. Δεν ξέρω αν αυτό σημαίνει ότι έχω αρχίσει να βάζω κάποια όρια ή αν μεγαλώνω και βλέπω τη ζωή διαφορετικά.

Κοιτώντας πίσω τη µέχρι στιγµής πορεία σου, πώς αισθάνεσαι;

Η διαδρομή μου είναι ωραία και τη χαίρομαι. Δεν είχα πολύ δύσκολες συνεργασίες μέχρι τώρα. Αυτό είναι σημαντικό, γιατί ξέρω συναδέλφους που έχουν δυσκολευτεί πολύ για να «χτίσουν» κάτι σε αυτόν τον χώρο, να κερδίσουν κάτι επαγγελματικά. Εγώ θεωρώ ότι είμαι τυχερή. Οπότε και αυτό έχει μια σημασία. Δεν αναλώθηκα πάρα πολύ, δεν πληγώθηκα πάρα πολύ μέσα μου. Προσπαθούσα, δηλαδή, τις ευκαιρίες που μου δίνονταν να τις αξιοποιώ. Τώρα κάποιες φορές τις αξιοποίησα όσο το δυνατόν καλύτερα, κάποιες άλλες όχι και τόσο. Ο λογαριασμός πάντα γίνεται στο τέλος. Είμαστε ακόμα στη μέση της διαδρομής και προσπαθώ αυτήν τη δουλειά να την κάνω όσο πιο δημιουργικά γίνεται.

Είσαι µια όµορφη δυναµική γυναίκα που έχει πατήσει γερά στα πόδια της από το ξεκίνηµά της µέχρι σήµερα. Έχεις βιώσει οποιασδήποτε µορφής παρενόχληση, κακοποίηση ή σεξισµό;

Σεξισμό, ναι. Είναι κάτι το οποίο το αντιλαμβάνεσαι στον τρόπο που θα σε αντιμετωπίσει ο άλλος, στις φράσεις που θα χρησιμοποιήσει, στο βλέμμα του, αν θα σε κοιτάξει στα μάτια ή όχι. Έχουν υπάρξει άνθρωποι με τους οποίους είχα συνεργαστεί ή είχε χρειαστεί να συνεργαστώ και έβλεπα μια απαξίωση από μεριάς τους, η οποία οφειλόταν καθαρά και μόνο στο γεγονός ότι είμαι γυναίκα.

Εσύ τώρα, και ως δηµοσιογράφος που καθηµερινά διαχειρίζεσαι θέµατα εφηβικής βίας αλλά και ως µαµά, για ποιο πράγµα ανησυχείς;

Για το απρόβλεπτο κακό που μπορεί να έρθει κάποια στιγμή στη ζωή τους. Αυτό που δεν μπορεί να ελέγξει καμία μαμά. Δεν γίνεται να κλειδώσουμε τα παιδιά στο σπίτι. Μπορούμε να τους πούμε να προσέχουν ή να μην κάνουν παρακινδυνευμένες βόλτες. Εγώ, αν με ρωτούσες ποια κατάκτηση θεωρώ ότι έχω πετύχει ως γονιός, είναι τα παιδιά να μου λένε την αλήθεια. Δεν μπορείς να τους φρενάρεις. Εύχεσαι να μην τους συμβεί ποτέ τίποτα, αλλά το μόνο εργαλείο που έχουμε είναι να είμαστε ουσιαστικά κοντά τους και να μπορούν να μας μιλούν.

Έχεις κάποιο µότο που σε ενδυναµώνει όταν το σκέφτεσαι;

Γενικά δεν μου αρέσουν ούτε οι συμβουλές ούτε τα μότο. Γιατί η ζωή σού επιβεβαιώνει διαρκώς πως, ό,τι σχέδιο κι αν κάνεις, κάποιος γελάει από πάνω. Όμως επειδή είμαι ένας αναβλητικός άνθρωπος, νομίζω ότι το μότο που μου ταιριάζει είναι «η αρχή είναι το ήμισυ του παντός». Ευτυχώς δεν το λέω πολύ συχνά.

Πώς σκέφτεσαι τον εαυτό σου τα επόµενα δέκα χρόνια της ζωής σου;

Τα επόμενα δέκα χρόνια θέλω να είμαι ακόμη στο επάγγελμά μου για να μπορώ να στηρίξω τις σπουδές των γιων μου, αλλά και να εκπληρώσω αυτά που θέλω και εγώ. Μετά όμως, όταν αισθανθώ, δηλαδή, ότι δεν υπάρχουν υποχρεώσεις, έχω πολλά σχέδια. Κατ’ αρχάς θέλω να ζήσω εκτός Αθηνών. Σε κάποιο νησί. Και αυτό είναι ένα πλάνο που πρέπει να αρχίσω να το δουλεύω σιγά σιγά. Νομίζω ότι και ο Περικλής θα το ήθελε.

Πηγή: vita.gr

SHARE THE STORY